Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀριθμός 7

Κυριακή ΙΕ΄ Ἐπιστολῶν ( Τοῦ Προδρόμου)

24 Φεβρουαρίου 2013

(Β΄Κορ. στ΄ 16 – ζ΄ 1)

 «πιστεύομεν, διό καί λαλοῦμεν»

 
Ὅλο καί περισσότερο «ἀμάρτυρη» γίνεται ἡ πίστη στήν ἐποχή μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί. Δέν εἶναι μόνο ἡ συχνή ἀπουσία μαρτυρίας καί ὁμολογίας ἀλλά, πολλές φορές, καί ἡ ἐλαττωματικότητά τους, πού σημαδεύουν ἀρνητικά τούς καιρούς μας. Ὄχι σπάνια ἡ ὁμολογία τῶν Χριστιανῶν μοιάζει περισσότερο μέ φλυαρία παρά μέ ὁμολογία. Αὐτό συμβαίνει, γιατί δέν προσφέρουμε τόν γνήσιο καί ἄμωμο Χριστιανισμό τῶν Ἁγίων Πατέρων μας. Καί δέν τόν προσφέρουμε, γιατί δέν τόν ζοῦμε. Ἡ ὁμολογία μας πηγάζει συνήθως ἀπό τό μυαλό μας, ἀπό τά ἀποθέματα τῆς θεωρητικῆς γνώσεώς μας, καί ὄχι ἀπό τήν καρδιά μας, ἀπό τήν πνευματική ἐμπειρία μας. Ὅμως, ἡ Ὀρθοδοξία, δέν μεταδίδεται διανοητικά, ἀλλά ἐμπειρικά, βιωματικά, ὑπαρξιακά. Ποτέ ὡς ἁπλή μάθηση, ὡς θεωρητική γνώση ἤ ἰδεολογία. Ἡ τραγικότερη νόθευση τῆς πίστεώς μας εἶναι ἡ ἀλλοτρίωσή της στούς καιρούς μας σέ «χριστιανική ἰδεολογία», πού μόνο ἔργο ἔχει τήν ἀντιπαράταξή της ἀπέναντι στίς διάφορες ἰδεολογίες γιά τήν δημιουργία ἑνός «χριστιανικοῦ» μετώπου ἀπέναντι στίς δυνάμεις τῆς ἀπιστίας καί ἀθεΐας. Ἡ μαρτυρία καί ὁμολογία μας τότε μόνο μποροῦν νά ἔχουν πληρότητα καί καθολικότητα (νά μεταδίδουν δηλαδή ὀρθοδοξία), ὅταν ἔχουν τή σωστή προϋπόθεση. Καί αὐτή εἶναι ἡ Πίστη.

Ποιά πίστη ὅμως; Μήπως μιά ἁπλή παραδοχή καί κατάφαση τοῦ περιεχομένου τῆς ὀρθοδόξου δογματικῆς διδασκαλίας; Μήπως μιά ἐξωτερική συγκατάθεση στήν ὑπεροχή τῆς Ὀρθόδοξου Ἐκκλησίας ἀπέναντι στίς διάφορες «χριστιανικές» Ὁμολογίες ἤ «Ἐκκλησίες», ὅπως ἐσφαλμένα τίς χαρακτηρίζουμε συχνά; Ὄχι. Ἐδῶ ὁ Ἀποστολος Παῦλος κάνει λόγο γιά μιά ἄλλου εἴδους πίστη. Μιλεῖ γιά μιά ἐσωτερική πληρότητα κάι βεβαιότητα, πού ἔχει πολύ διαφορετικές προϋποθέσεις. Γιά νά μᾶς δείξει γιά ποιά πίστη αὐτός μιλεῖ, μᾶς παρουσιάζει πρῶτα τόν χριστιανό στήν αὐθεντική μορφή του. Εἶναι αὐτός, πού πιέζεται μέ κάθε τρόπο, ἀλλά δέν φθάνει ποτέ σέ ἀδιέξοδο ۠ παλεύει μέσα στίς ἀνάγκες του, ἀλλά δέν ἀπελπίζεται ۠ διώκεται, ἀλλά δέν νοιώθει ἐγκαταλελειμμένος ἀπό τό Θεό ۠ πέφτει κτυπημένος, ἀλλά δέν συντρίβεται! Πρέπει νά ὁμολογήσουμε, ὅτι μέ τά μέτρα τῆς ἐποχῆς μας ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος φαίνεται κυριολεκτικά ἐξωγήινος, ἐξωπραγματικός. Τό μυστικό τῆς θαυμαστῆς αὐτῆς ὑπερβάσεως κάθε ἀντιξοότητας καί κακοπάθειας δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ μέσα στόν χριστιανό πού, θαυματουργικά, ξεπερνᾶ τήν κάθε ἀνθρώπινη ἀδυναμία. Ἔτσι, παρ’ ὅλο πού ὡς ἄνθρωποι εἴμαστε «ὀστράκινα» (πύλινα) σκεύη, δέν τσακιζόμαστε, δέν συντριβόμαστε. Νικᾶμε μέ τή δύναμη τοῦ Θεοῦ. Ἀλλ’ αὐτό συμβαίνει μόνο, ὅταν ὁ Θεός βρίσκεται μέσα μας.

Καρπός τῆς βεβαιότητας τῆς πραγματικῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ μέσα μας εἶναι ἡ πίστη, γιά τήν ὁποία μιλεῖ ὁ Παῦλος. Εἶναι ἡ βεβαιότητα, ὅτι ὁ Θεός, πού κατοικεῖ μέσα μας, μᾶς ἐλευθερώνει συνεχῶς ἀπό τούς κινδύνους, πού μᾶς ἀπειλοῦν, καί ἐπειδή εἴμαστε κάθε στιγμή πρόθυμοι νά δεχθοῦμε τόν θάνατον τοῦ Χριστοῦ, μᾶς δίνει τή δύναμη νά μετέχουμε συνεχῶς καί στήν Ἀνάστασή Του. Στήν κατάσταση αὐτή εἶναι δυνατή ἡ γνήσια ὁμολογία καί ἡ μαρτυρία. Ἔτσι ἐξηγοῦνται τά θαυμαστά ἐκεῖνα σημεῖα κατά τό μαρτύριο τῶν ἀρχαίων ἀλλά καί τῶν νεωτέρων Ἁγίων (Νεομαρτύρων).

Ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι μιά ἀδιάκοπη προβολή ζωντανῆς μαρτυρίας καί ὁμολογίας. Κάθε μέρα τιμᾶμε Ἁγίους. Κάθε νέα μέρα ἀνακαλοῦμε στή μνήμη μας τήν μαρτυρία καί ὁμολογία τῶν Ἁγίων, καί ἔτσι «σύν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις» συνεχίζεται καί ἡ δική μας στόν κόσμο αὐτό πορεία πρός τόν ἀναμενόμενο καί «ἐρχόμενο» Κύριο. Ὁ δρόμος τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι τελικά πορεία πάνω στά χνάρια τῶν Ἁγίων. Ὀρθόδοξος εἶναι αὐτός, πού ἀκολουθεῖ τά βήματά τους, πού συνεχίζει τόν ἀγώνα γιά τήν ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ μέσα του, ὥστε νά εἶναι δυνατό νά δώσει καί αὐτός τήν δική τους ὀρθόδοξη μαρτυρία. ΑΜΗΝ!                                    
Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Παρασκευή 15 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀριθμός 6

Κυριακή ΙΖ΄ Ἐπιστολῶν

17 Φεβρουαρίου 2013

(Β΄Κορ. στ΄ 16 – ζ΄ 1)
«ὑμεῖς ἐστε ναός Θεοῦ ζῶντος»
Τό σῶμά μας, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ὅπως καί τό σῶμα τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, εἶναι ναός καί κατοικία τοῦ Θεοῦ! Αὐτό μᾶς βεβαιώνει ὁ Ἀπόστολος καί μᾶς ὑπενθυμίζει τήν σχετική ὑπόσχεσι τοῦ Θεοῦ: «ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς». Ἐφ ὅσον τό σῶμά μας εἶναι ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὀφείλουμε νά τό ἀντιμετωπίζουμε μέ ἀπόλυτο σεβασμό.
Μέ πόσο σεβασμό καί ἱερό δέος ἀντιμετωπίζουμε τό ναό τοῦ Θεοῦ! Ἕνα μεγαλοπρεπῆ ναό, ἀλλά καί ἕνα ταπεινό καί φτωχό ἐξωκκλήσι. Ἕναν ἀκέραιο, ἀλλά καί ἕναν μισογκρεμισμένο καί ἐρειπωμένο ναό...Μέ τόν ἴδιο σεβασμό πρέπει νά στεκώμεθα μπροστά στό ὑγιές, ἀκέραιο καί ὄμορφο, ἀλλά καί στό ἀσθενικό, ἀνάπηρο κάι δύσμορφο σῶμα. Στίς περιπτώσεις ἰδίως πού ἡ φυσική φθορά καί ὁ πόνος ἔχουν ἐρειπώσει τό ναό τοῦ Θεοῦ, ἄς μή τό λησμονοῦμε, καί τότε ἀκόμη βρισκόμαστε μπροστά σέ ναούς, στούς ὁποίους ὀφείλουμε κάθε σεβασμό...Τό σῶμα, πού εἶναι καχεκτικό καί δύσμορφο, τό σῶμα πού ὑποφέρει ἀπό τήν ἀρρώστια, τό σῶμα αὐτό εἶναι ἕνας ραγισμένος ναός τοῦ Θεοῦ, πρός τόν ὁποῖο ὀφείλουμε τόν ἀπεριόριστο σεβασμό μας! Οἱ γέροντες γονεῖς μας, πού πάσχουν ἀπό χρόνιες παθήσεις, οἱ ἀσθενεῖς, οἱ κατάκοιτοι τῶν νοσοκομείων καί τῶν άσύλων, εἶναι καί αὐτοί ναοί τοῦ Θεοῦ, τούς ὁποίους πρέπει νά σεβώμεθα καί νά ἐξυπηρετοῦμε.
Εἶναι ἰδιαίτερη τιμή νά ἐξυπηρετεῖ κανείς τό ναό τοῦ Θεοῦ. Νά φροντίζει γιά τήν ἀνέγερσι καί τόν ἐξωραϊσμό, τήν καθαριότητα καί τήν «εὐπρέπεια» τοῦ Οἴκου τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί τήν ἀναστήλωσί του ἀκόμη, ὅταν χρειάζεται, ὥστε τόν ἐρειπωμένο ναό νά τόν ἀποδίδει καί πάλι στήν λατρεία τοῦ Θεοῦ! Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ ἰδιαίτερα αὐτούς πού διακονοῦν τό Ναό: «Ἁγίασον, Κύριε, τούς ἀγαπῶντας τήν εὐπρέπειαν τοῦ Οἴκου σου», εὔχεται.
Ὅταν ἀσχολούμεθα μέ τή διατροφή, τή συντήρησι, τήν ἀγωγή ἤ τή θεραπεία καί νοσηλεία τοῦ σώματος, διακονοῦμε τό ναό τοῦ Θεοῦ.
Ἡ μητέρα καί ὁ πατέρας πού φροντίζουν γιά τή διατροφή καί τή συντήρησι τῶν παιδιῶν τους, διακονοῦν τούς ἔμψυχους αὐτούς ναούς τοῦ Θεοῦ. Ἡ σκέψις αὐτή μπορεῖ νά μεταμορφώσει τόν καθημερινό ἀγώνα καί τή φροντίδα τῶν γονέων γιά τά παιδιά τους καί τήν ὁποιανδήποτε προσφορά πρός αὐτά νά τήν κάνει πιό πρόθυμη, πιό ἤρεμη, πιό προσεκτική.
Ὁ γιατρός καί ἡ ἀδελφή νοσοκόμος, πού μοχθοῦν γιά τή θεραπεία καί τή νοσηλεία τῶν ἀσθενῶν, ἀναστηλώνουν ἐρειπωμένους ναούς τοῦ Θεοῦ. Κάθε μέλος καί ὄργανο τοῦ ἀνθρωπίνου σώματος εἶναι καί μιά ψηφίδα τοῦ ἔμψυχου ναοῦ τοῦ Θεοῦ, πού ἀξίζει ὅλο τους τό σεβασμό καί τήν προσοχή.
Ὁ ναός τοῦ Θεοῦ εἶναι Ἅγιος, ἀφιερωμένος στή δόξα καί τήν λατρεία τοῦ Δημιουργοῦ μας. Γι’αὐτό καί τόν διατηροῦμε καθαρό καί ἀμόλυντο ἀπό κάθε ρυπαρότητα.
Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τό σῶμά μας. Λέει ὁ Ἀπόστολος: «Ἄς καθαρίσωμε τούς ἑαυτούς μας ἀπό κάθε τι πού μολύνει τό σῶμα καί τό πνεῦμά μας, καί ἄς ἐπιδιώκωμε τόν ἁγιασμό μας». Ὁ ἁγιασμός, ἡ ἀποφυγή δηλαδή κάθε ἁμαρτίας, μεταβάλλει τό σῶμα σέ ναό, σέ ὄργανο δοξολογίας τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, κάθε βῆμα μας γιά τήν κατάκτησι τῆς ἁγιότητος εἶναι καί ἕνα «ὡσαννά» μπροστά στό θρόνο τοῦ Θεοῦ. Κάθε σταγόνα ἱδρῶτος πού χύνουμε γιά τήν ὑπερνίκησι τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου «σύν τοῖς παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» του, εἶναι καί ἕνα «ἀλληλούϊα» στόν ἀναστημένο Κύριο, πού νίκησε τό θάνατο.
Γιά τό ἀνθρώπινο σῶμα ὁ Χριστιανισμός συνιστᾶ σεβασμό, ἐξυπηρέτησι καί ἁγιασμό. Τά τρία αὐτά στοιχεῖα συνθέτουν τήν πιό γνήσια στάσι μπροστά στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου. Καί ὅσοι τηροῦν τή στάσι αὐτή μέσα στή ζωή εἶναι μιά ἐλπίδα γιά τή σημερινή ἀνθρωπότητα. Ἐλπίδα νά σταματήση τό κατακύλισμα τῆς περιφρονήσεως καί ἐκμεταλλεύσεως τοῦ ἀνθρώπινου σώματος καί ἀφετηρία γιά μιά νέα ἐποχή, ὅπου τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου θά ἔχει τή σωστή του θέσι ἀνάμεσα στίς ἄλλες ἠθικές καί πολιτιστικές ἀξίες.                                                       Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀριθμός 5
Ἁγίου Χαραλάμπους
10 Φεβρουαρίου 2013
(Β΄ Τιμ. β΄ 1-10)

 «τέκνον μου, ἅ ἤκουσας παρ’ ἐμοῦ διά πολλῶν μαρτύρων,
ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις»

Κουρασμένοι οἱ νεοέλληνες ἀπό ἄλλους τρόπους ζωῆς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀπογοητευμένοι ἀπό τίς ἱδεολογίες καί τόν τρόπο ζωῆς, πού μαστίζουν τίς σύγχρονες κοινωνίες καί ἀπονεκρώνουν κάθε διαπροσωπική σχέση, ἀναζητοῦν μέ πολύ πόθο τήν παράδοση, πού βιώθηκε χρόνια τώρα στόν τόπο αὐτό. Πιστεύουν πολλοί πώς βρίσκοντας τήν αὐτοσυνειδησία τους θά συναντήσουν τήν ἐσωτερική εἰρήνη καί τήν ἠρεμία. Ἀλλά αὐτή ἡ παράδοση πού βιώθηκε στόν χῶρο αὐτό, εἶναι ζυμωμένη καί συνδέεται στενά μέ τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Γι’αὐτό ἀπό διαφόρους ἀναζητητές γίνεται μεγάλη προσπάθεια, γιά νά βρεθεῖ αὐτή ἡ Ὀρθόδοξη αὐτοσυνειδησία, πού ἐπηρέασε στό παρελθόν τήν ζωή τῶν πατέρων μας.

Παρατηρώντας τό χωρίο πού προτάξαμε τῆς σημερινῆς ὁμιλίας βλέπουμε ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος Τιμόθεος προτρέπεται ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο, τόν Πνευματικό του Πατέρα, νά παραδώσει σέ πιστούς ἀνθρώπους αὐτά πού ἄκουσε ἀπό τόν ἴδιο τόν Ἀπόστολο καί τά ὁποῖα ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τά παρέλαβε ἀπό τόν ἴδιο τόν Χριστό. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση δέν εἶναι ἀνθρώπινος λόγος καί στοχασμός, ἀλλά ἀποκάλυψη τοῦ Θεανθρώπου, πού δόθηκε στούς Ἁγίους σύμφωνα μέ τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Ἰούδα:«...ἐπαγωνίζεσθαι τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς ἁγίοις πίστει» (Ἰούδα, 3) καί παραμένει στήν Ἐκκλησία, ὡς ἀτίμητος θησαυρός. Ἀκόμη, ὅτι αὐτή ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση παραδίδεται ἀπό τούς ἁγίους σέ πιστούς ἀνθρώπους. Αὐτή, ὅμως, ἡ παράδοση καί παραλαβή δέν εἶναι μηχανική κάι διδασκαλική, ἀλλά μυστηριακή. Δηλ. προϋποθέτει μιά γέννηση. Ὁ Τιμόθεος ἐγεννήθη ὑπό τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἔγινε «τέκνον» πνευματικό καί παρέλαβε τήν ζωή. Στή Χειροτονία τοῦ Πρεσβυτέρου ὁ Ἐπίσκοπος παραδίδει στόν χειροτονηθέντα ὄχι ἁπλῶς διδασκαλία, ἀλλά τόν Χριστόν, λέγοντας «λάβε τήν παρακαταθήκην ταύτην». Ἔτσι, εἴτε λέμε Ὀρθόδοξη Παράδοση εἴτε παραδεδομένη πίστη, εἴτε ἡ παράδοση χαρακτηρίζεται ὡς ἀποστολική, πατερική, ἐκκλησιαστική εἶναι ἕνα καί τό αὐτό.
Μέ ὅλα ὅσα ἐλέχθησαν γίνεται φανερό ὅτι φορεύς τῆς Παραδόσεως εἶναι ἡ Ἐκκλησία καί ὅτι οἱ ἅγιοι, ὡς πραγματικά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι φορεῖς αὐτῆς τῆς ζωντανῆς παραδόσεως. Αὐτοί παραλαμβάνουν σωστά καί ἔπειτα παραδίδουν σωστά αὐτή τήν θεολογία.
Τά ἱερά λόγια, μέ τά ὁποῖα μᾶς παραδίδεται ἀπό τούς ἁγίους ἡ Παράδοση εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή, τά ἔργα τῶν ἁγίων Πατέρων, οἱ ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν καί Τοπικῶν Συνόδων, τά Μυστήρια, ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας. Ἔργα ἀκόμη τῆς Παραδόσεως ἤ ἐκφράσεις της εἶναι οἱ λειτουργικές τέχνες, ἡ ἁγιογραφία, ἡ Βυζαντινή μουσική κ.λ.π. Γι’ αὐτό ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι σεβόμαστε αὐτές τίς ἐκφράσεις τῆς Παραδόσεως, γιατί παραδόθηκαν ἀπό τούς ἁγίους. Ὅμως, δέν αὐτονομοῦνται, δέν ξεχωρίζονται ἀπό τήν Ἐκκλησία, οὔτε ἀπολυτοποιοῦνται.
Μέ ὅλα αὐτά δέν ξεχνοῦμε, ὅτι σήμερα ἑορτάζει ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος, ὁ δέ ἀπόστολος πού διαβάστηκε στήν θεία Λειτουργία εἶναι τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς ἑορτῆς του. Πράγματι, ὁ Ἅγιος Χαράλαμπος ἦταν φορεύς τῆς Παραδόσεως. Ἡ γνησιότητά του φαίνεται στήν μεγάλη του ἀγάπη πρός τόν Χριστό, πού τήν φανερώνει μέ τήν ζωή του καί τήν ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς του, οἱ ὁποῖοι ὡς ἄνθρωποι δέν παύουν νά εἶναι εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ. Ἀκριβῶς αὐτό δείχνει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση παραδίδεται μέ αἷμα, μέ μαρτύριο καί ἀκόμη ἐκφράζεται καί μεταδίδεται μέ τήν ἀγάπη. Ἔξω ἀπό τό αἷμα καί τήν ἀγάπη δέν ὑπάρχει Ὀρθόδοξη Παράδοση, ἀλλά ἀνθρώπινη ἀλύτρωτη «παράδοση», ἐντάλματα ἀνθρώπων πού δέν βοηθοῦν, οὔτε σώζουν.
Ἄς ἐργαζώμεθα, λοιπόν, μέσα στήν Ἐκκλησία μας γιά νά γίνωμε συνειδητοί πιστοί, γνήσιοι φορεῖς τῆς ὀρθόδοξης Παράδοσής μας. ΑΜΗΝ!                                                                       Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2013

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
Ἀριθμός 4
Κυριακή ΙΕ΄ Ἐπιστολῶν
3 Φεβρουαρίου 2013
(Β΄Κορ. δ΄ 6 – 15)

 «... Καί ἡμεῖς πιστεύομεν διό καί λαλοῦμεν».

Πάντοτε, σέ κάθε ἐποχή, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ χριστιανική μαρτυρία ὑπῆρξε ἔργο κατ’ἐξοχήν δύσκολο καί λεπτό. Στήν ἐποχή μας - ἐποχή μεγάλων ἰδεολογικῶν ζυμώσεων καί ἐπαναστατικῶν κοινωνικῶν ἀνακατατάξεων - ἔχει καταστεῖ ἀκόμη δυσκολότερο. Ἔτσι, πολλοί στίς μέρες μας ὁμιλοῦν γιά κρίση ἀξιοπιστίας τοῦ χριστιανικοῦ λόγου καί τῆς ἐκκλησιαστικῆς μαρτυρίας. Ὑποστηρίζουν, ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀπουσιάζει ἀπό τόν στίβο τῆς ζωῆς, οἱ χριστιανοί δέν συμμετέχουν στίς τεράστιες κοινωνικές διεργασίες πού συντελοῦνται γύρω τους. Δέν ἀκούγεται ἡ φωνή τους ἐπάνω στά μεγάλα προβλήματα πού ἀπασχολοῦν σήμερα τούς ἀνθρώπους. Προτιμοῦν τή σιωπή κάι τήν ἀναδίπλωση στόν ἑαυτό τους. Ἀλλά καί ὅταν ὁμιλοῦν – συνεχίζουν οἱ ἐπικριτές - ὁ λόγος τους εἶναι χωρίς φλόγα. Χωρίς ἰκμάδα ζωῆς. Ἀδύνατος καί ὑποτονικός. Μοιάζει σάν νά εἶναι ξεπερασμένος. Σάν νά μήν ἀφορᾶ τούς σημερινούς ἀνθρώπους καί τίς παροῦσες συνθῆκες ζωῆς, ἀλλά ἀνθρώπους καί καταστάσεις παρωχημένων ἐποχῶν.
Εἶναι δύσκολο νά προσδιορίσουμε πόσο βάσιμες εἶναι οἱ αἰτιάσεις αὐτές. Ἀσφαλῶς ὑπάρχει μεγάλη δόση ὑπερβολῆς. Ὅμως, εἶναι ἐξ ἴσου βέβαιο ὅτι φανερώνουν καί τήν ἀνάγκη, τή δίψα τοῦ σημερινοῦ ἀνθρώπου, γιά ἕναν γνησιότερο χριστιανικό λόγο. Γιά μιάν αὐθεντικότερη χριστιανική μαρτυρία.
Ὁ χριστιανικός λόγος, ἀδελφοί μου, εἶναι καρπός τῆς πίστεως. Αὐτό ὑπογραμμίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. «Ἔχοντες δέ τό αὐτό πνεῦμα τῆς πίστεως κατά τό γεγραμμένον, ἐπίστευσα διό ἐλάλησα, καί ἡμεῖς πιστεύομεν διό καί λαλοῦμεν». Χωρίς τήν προϋπόθεση τῆς πίστεως οὔτε μπορεῖ, μά οὔτε καί ἔχει τό δικαίωμα νά ὁμιλεῖ κάποιος γιά τό Χριστό. Ὁμιλοῦμε γι’ Αὐτόν στόν Ὁποῖο πιστέψαμε. Μαρτυροῦμε γι’ Αὐτόν πού ἀξιωθήκαμε νά γνωρίσουμε διά τῆς πίστεως. Διότι ἡ πίστη στή βαθύτερή της ὑπόσταση δέν εἶναι μιά θεωρητική ἀποδοχή ἤ μιά ἰδεολογική τοποθέτηση, ἀλλά ὁ ἐσωτερικός φωτισμός τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ δυνατότητα πού χαρίζει ὁ Θεός στόν ἄνθρωπο νά Τόν ἀγαπήσει καί νά Τόν γνωρίσει. Καί ὅταν αὐτό ἐπιτευχθεῖ, τότε κι ἐμεῖς θά μποροῦμε νά ἐπαναλαμβάνουμε τόν λόγο τῶν Ἀποστόλων: «Οὐ δυνάμεθα ἡμεῖς ἅ εἴδομεν καί ἠκούσαμεν μή λαλεῖν» (Πράξ. δ΄, 20).
Σήμερα, ἄν ὑπάρχει κρίση ἀξιοπιστίας τοῦ χριστιανικοῦ λόγου, αὐτό ὀφείλεται ἐν πολλοῖς στό γεγονός ὅτι τόσο ἡ ἐκκλησιαστική μας διδασκαλία ὅσο καί ἡ μαρτυρία τῶν χριστιανῶν δέν ἀποτελοῦν μαρτυρία πίστεως. Ἐν ὀνόματι τοῦ Χριστοῦ μιλοῦμε γιά χίλια δυό πράγματα, ὄχι ὅμως γιά «τό μυστήριον τοῦ Χριστοῦ»(Κολ. δ΄, 3), στό ὁποῖο θέλομε καί πρέπει νά πιστεύουμε. Ἡ πίστη μας ἐμφανίζεται σάν ἰδεολόγημα. Ὁ λόγος μας ἀποδεικνύεται χωρίς οὐσία. Ἡ μαρτυρία μας ἐκδηλώνεται ὡς ἰδεολογική διακήρυξη ἤ ἀντιπαράθεση πρός τά πιστεύματα τῶν ἄλλων.
Ἄν, λοιπόν, ἐπιθυμοῦμε ὁ λόγος καί ἡ μαρτυρία μας ὡς χριστιανῶν νά γίνουν ἀξιοπιστότεροι, τότε θά πρέπει νά ζωντανέψει ἡ πίστη μας. Ὁ «λόγος τῆς μαρτυρίας»μας (Ἀποκ. ιβ΄, 11) νά εἶναι «λόγοι τῆς πίστεως» (Α΄Τιμ. δ΄, 6) καί ὄχι «πλαστοί λόγοι» (Β΄ Πέτρ. β΄, 3). Χρειάζεται νά ἐνοικήσει μέσα μας τό Ἅγιο Πνεῦμα. Καί τότε, καθώς μᾶς ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος, δέν θά λαλοῦμε ἐμεῖς ἀλλά τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, πού θά παραμείνει στήν καρδιά μας (Ματθ. ι΄, 20). ΑΜΗΝ!
 Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου