Σάββατο 25 Ιουλίου 2015

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Ἀ­ριθ­μὸς 30
Κυριακή 26 Ἰουλίου 2015
Ἁγίας Ὁσιοπαρθενομάρτυρος Παρασκευῆς
(Γαλ. γ΄, 23-δ΄, 5 )
«Ὅτε δὲ ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν Υἱὸν αὐτοῦ… 
ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν.»
Ὅταν συμπληρώθηκε ὁ χρόνος πού εἶχε ὁρίσει ἡ πανσοφία τοῦ Θεοῦ, ἐξαπέστειλε ὁ Θεός τόν Υἱόν Του στόν κόσμο… γιά νά ἐξαγοράσει ἐκείνους πού ἦταν ὑπό τήν κατάρα τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, γιά νά λάβουμε τήν υἱοθεσία πού ὁ Θεός μᾶς εἶχε ὑποσχεθεῖ. Φανταστεῖτε, ἀδελφοί μου, ἕνα ἀντρόγυνο πού μέ πολλές προσευχές ἀπέκτησε ἕνα παιδί μονάκριβο. Ὕστερα ἀπό 10 χρόνια κάποιος ἀπατεώνας, ἁρπάζει τό παιδί καί ζητάει 100.000 € γιά νά τό ἐλευθερώσει. Ὁ πατέρας θά τρέξει σάν τρελός παντοῦ, σέ φίλους καί συγγενεῖς, θά πουλήσει ὅ,τι ἔχει ἀξία, θά παρακαλέσει, θά κλάψει γιά νά μαζέψει τό ποσό πού ζητάει ὁ ἀπαγωγέας. Κι ὅταν συμπληρωθεῖ τό ποσό καί τό παιδί ἐλευθερωθεῖ καί γυρίσει πίσω, τότε στό σπίτι θά γίνει πανηγύρι, χαρά μεγάλη θά ἔχουν ὅλοι γιά τό παιδί.
Θυμηθεῖτε τώρα τήν ἐθνική μας Ἱστορία. Γιά 4 αἰῶνες περίπου ἡ Ἑλλάδα μας ἦταν σκλαβωμένη στούς Τούρκους. Τό χῶμά της ζυμώθηκε μέ αἷμα γιά νά ἔρθει ἡ ὥρα τῆς λευτεριᾶς. Πόσο εὐτυχισμένοι ἦταν οἱ πρόγονοί μας, πού ἄκουγαν τίς καμπάνες νά χτυποῦν χαρμόσυνα καί νά διαλαλοῦν τό μήνυμα τοῦ λυτρωμοῦ ἀπό τόν τουρκικό ζυγό!
Καί στίς δύο αὐτές περιπτώσεις μποροῦμε νά καταλάβουμε τί σημαίνει σκλαβιά καί ἐλευθερία. Μακάρι νά καταλάβουμε καί μία ἄλλη σκλαβιά, γιά τήν ὁποία δέν δίνουμε τόση σημασία. Εἶναι ἡ σκλαβιά τῆς ψυχῆς γιά τήν ὁποία πρέπει νά κλάψουμε περισσότερο ἀπ’ ὅλα, γιατί ἡ ψυχή εἶναι τό πολυτιμότερο ἀπ’ ὅλα. Ἡ ψυχή εἶναι σκλάβα. Ποιός θά τήν ἐλευθερώσει; Ἄγγελος; ἄνθρωπος; ἡ ἐπιστήμη; ἡ γνώση; τό χρῆμα; Τίποτε ἀπ’ αὐτά. Ἄν μποροῦσε νά ἐλευθερωθεῖ μ’ αὐτά ἡ ψυχή, δέν θά κατέβαινε ὁ Χριστός μας στόν κόσμο. Λένε κάποιοι, πώς ἄν κάνουμε καλές πράξεις, βοηθᾶμε τούς συνανθρώπους μας, ὑπερασπιζόμαστε τούς ἀδύναμους, ἐπισκεπτόμαστε τούς ἀνήμπορους, τότε δέν ἔχουμε ἀνάγκη τό Θεό γιά νά σωθοῦμε. Γιατί, ὅμως, κατέβηκε ὁ Θεός ἄν μποροῦσαν νά μᾶς σώσουν τά ἔργα μας;
Ἄς πάρουμε, ἀδελφοί μου, στά χέρια μας τά συναξάρια τῶν ἁγίων, τήν Ἁγία Γραφή, τήν Καινή Διαθήκη. Ἀφοῦ διαβάσουμε τά Εὐαγγέλια καί τίς Ἐπιστολές, ἄς προχωρήσουμε στό βιβλίο τῆς Ἀποκάλυψης. Στό πέμπτο κεφάλαιο γράφει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος πώς ἐνῶ σειόταν ἡ γῆ, ἄστραφτε καί βροντοῦσε ὁ οὐρανός κι ἔβγαιναν θηρία μέσ’ ἀπ’ τήν ἄβυσσο, κι ἡ θάλασσα ἄφριζε καί τά ποτάμια φούσκωναν καί τά ἄστρα ἔπεφταν, ξαφνικά ἀκούει ἕνα ὁλόγλυκο τραγούδι ἐμπρός στήν Ἁγία Τριάδα, λές καί κελαηδοῦσαν ἀηδόνια. Τί ἔλεγε τό τραγούδι; Ἦταν ὁ ὕμνος τῶν χριστιανῶν «ἐκ πάσης φυλῆς καί γλώσσης καί λαοῦ καί ἔθνους». Γονατιστοί ὅλοι μπροστά στό «ἐσφαγμένον ἀρνίον», στό θρόνο τοῦ παμβασιλέως Χριστοῦ ἔλεγαν: Σ’ εὐχαριστοῦμε, Χριστέ. Σ’ εὐχαριστοῦμε γιατί «ἐσφάγης καὶ ἠγόρασας τῷ Θεῷ ἡμᾶς ἐν τῷ αἵματί σου » (Ἀποκ. 5, 6-9). Ἤμασταν σκλαβωμένες ψυχές καί μᾶς ἐξαγόρασες μέ τό τίμιο Αἷμά Σου. Μᾶς εἶχε κλεισμένους ὁ διάβολος μέσα στή σπηλιά του, μέσα στά πάθη μας, κι ἐσύ πλήρωσες τά λύτρα.
Ὁ πατέρας τοῦ παραδείγματος πλήρωσε χρήματα γιά νά ἐλευθερώσει τό παιδί του. Ὁ Χριστός μας πλήρωσε μέ τό Αἷμά Του. Ὅλα τά πλούτη τοῦ κόσμου, ὅλο τό χρυσάφι καί τούς πολύτιμους λίθους τῆς γῆς νά βάλουμε στή μία μεριά τῆς ζυγαριᾶς καί ἀπό τήν ἄλλη μία σταγόνα ἀπό τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας, αὐτή ἡ σταγόνα ἀρκεῖ γιά νά γείρει ἡ ζυγαριά.
Τή Μεγάλη Πέμπτη τό βράδυ ψάλλουμε στούς Ναούς μας: «Ἐξηγόρασας ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας τοῦ Νόμου τῷ τιμίῳ σου αἵματι· τῷ σταυρῷ προσηλωθείς καί τῇ λόγχῃ κεντηθείς τήν ἀθανασίαν ἐπήγασας ἀνθρώποις· Σωτήρ ἡμῶν, δόξα σοι». Αὐτό εἶναι τό μεγαλεῖο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος μόνο ἔχει τή δύναμη νά μᾶς ἐλευθέρωσει ἀπό τά ἐλαττώματά μας, τά πάθη μας, ἀπό τήν ἁμαρτία, νά ἐλευθερωθοῦμε ἐσωτερικά, νά γίνουμε αὑτοκράτορες (μέ δασεῖα) δηλαδή κυρίαρχοι τῶν παθῶν μας. Μπορεῖ νά ἐξουσιάσεις τόν κόσμο ἀλλά νά νικηθεῖς ἀπό τόν ἑαυτό σου. Ὅπως ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, πού ἦταν αὐτοκράτορας (μέ δασεῖα). Πάνω στό μεθύσι του σκότωσε τόν ἀδελφικό του φίλο, τόν Κλεῖτο.
Αὐτή τή λύτρωση, ἀδελφοί μου, μᾶς προσφέρει ὁ Χριστός μας καί ἡ Ἐκκλησία Του μέ τά Μυστήρια πού τελεῖ. Ἀπό μᾶς χρειάζεται νά συναισθανθοῦμε τήν ἁμαρτωλότητά μας, νά κλάψουμε, νά ποῦμε «μνήσθητί μου, Κύριε». Παράδεισος τότε θά γίνει ἡ καρδιά μας καί πανηγύρι στόν οὐρανό ἀπό τούς ἀγγέλους. Ἀμήν.     Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 18 Ιουλίου 2015

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Ἀ­ριθ­μὸς 29
Κυριακή 19 Ἰουλίου 2015
Τῶν Πατέρων τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
(Τίτ. γ΄ 8-15)
«Αἱρετικόν ἄνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ.»
Στά παλιά τά χρόνια τά εὐλογημένα, τότε πού πίστευαν οἱ ἄνθρωποι, ἄκουγαν τή λέξη ἁμαρτία καί ἔτρεμαν. Σήμερα καί τήν πιό μεγάλη ἁμαρτία τήν κάνουν χωρίς νά φοβοῦνται καί μάλιστα καυχῶνται στήν παρέα τους γιά τά… κατορθώματά τους. Καί ὅπως γράφεται στό βιβλίο τοῦ Ἰώβ «πόσο σιχαμερός καί ἀκάθαρτος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος πίνει τήν ἁμαρτία σάν τό νερό»! (Ἰώβ 15,16). Τό Εὐαγγέλιο, ἀδελφοί μου, εἶναι σάν τή ζυγαριά ἀκριβείας. Ἐκεῖ διαβάζουμε τά λόγια τοῦ Χριστοῦ μας. Μᾶς λέει ὅτι θά δώσουμε λόγο ὄχι μόνο γιά τά ἐγκλήματά μας, γιά τίς μεγάλες ἁμαρτίες μας, ἀλλά καί γιά ἕνα λόγο «ἀργό», γιά κάτι περιττό πού λέμε.
Τόν κίνδυνο ἀπό τή γλώσσα τονίζει καί ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Προσέχετε τί συζητᾶτε μέ διάφορους ἀνθρώπους καί πρό παντός μήν ἀνοίγετε συζητήσεις μέ αἱρετικούς, διότι αὐτές οἱ συζητήσεις εἶναι ἀνώφελες καί μάταιες.
Ἡ γλῶσσα εἶναι ἐξαιρετικό προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου. Λέγοντας γλῶσσα ἐννοοῦμε τήν ἱκανότητα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος νά ἐκφράζει τίς σκέψεις του καί τά συναισθήματά του. Γιατί γλῶσσα ἔχουν καί τά ζῶα. Γλῶσσα ἔχει καί ὁ πίθηκος, ἀπό τόν ὁποῖο, μερικοί ἀνόητοι, λένε ὅτι κατάγεται ὁ ἄνθρωπος. Τά ζῶα λοιπόν ἔχουν γλῶσσα ἀλλά δέν μιλοῦν. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως μιλάει, γιατί ἔχει νοῦ πού σκέπτεται καί ἐξωτερικεύει τόν ἐσωτερικό του κόσμο.
Μέ τή γλῶσσα ἡ μάνα μαθαίνει στό παιδί της τίς πρῶτες λέξεις, τό συνηθίζει νά κάνει τήν προσευχούλα του στό Χριστό. Μέ τή γλῶσσα ἡ καλή γιαγιά διηγεῖται ὄμορφες ἱστορίες στά ἐγγόνια της πού, ὅσα χρόνια κι ἄν περάσουν, τίς θυμοῦνται. Μέ τή γλῶσσα ὁ δάσκαλος μεταδίδει στούς μαθητές του τίς γνώσεις ἐκεῖνες πού εἶναι ἀπαραίτητες γιά τή ζωή. Μέ τή γλῶσσα ὁ γιατρός συμβουλεύει τόν ἄρρωστο καί τόν ἐνισχύει. Μέ τή γλῶσσα ὁ δικηγόρος ὑπερασπίζεται στό δικαστήριο τόν ἀθῶο πελάτη του. Μέ τή γλῶσσα ὁ γενναῖος ἀξιωματικός προτρέπει τούς στρατιῶτες στούς ὑπέρ πίστεως καί πατρίδος ἀγῶνες. Μέ τή γλῶσσα ὁ ἱερέας εὐλογεῖ, διδάσκει, τελεῖ τά Μυστήρια, προτρέπει τό λαό σέ μετάνοια.
Πόσα καλά δέν γίνονται μέ τή γλῶσσα! Ἀλλά καί πόσα κακά! Ὁ ἄνθρωπος μέ τή γλῶσσα φλυαρεῖ, αἰσχρολογεῖ, κακολογεῖ, βρίζει τόν συνάνθρωπό του καί προκαλεῖ τήν ἔχθρα. Μέ τή γλῶσσα προσβάλλει τήν οἰκογενειακή τιμή τοῦ ἄλλου, συκοφαντεῖ καί διαβάλλει ἀθῶα πρόσωπα καί ποτίζει μέ φαρμάκι τίς καρδιές τῶν ἀδελφῶν του. Μέ τή γλῶσσα λέει μύρια ψέμματα. Μέ τή γλῶσσα ὁ αἱρετικός διαδίδει τίς πλάνες του καί ὁ ἄθεος διδάσκει τήν ἀθεΐα. Μέ τή γλῶσσα ὁ πιστός τήν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας ἀντί νά προσεύχεται, κουτσομπολεύει, ἐνοχλεῖ καί ἔτσι δέν καταλαβαίνει τί γίνεται ἐκείνη τήν ὥρα. Μέ τή γλῶσσα, τό χειρότερο ἀπ’ ὅλα ὅσα ἀναφέραμε, ὁ ἄνθρωπος βλασφημάει τό Χριστό, τόν βασιλέα τοῦ παντός.
Μία λέξη εἶναι σάν ἕνα σπίρτο, πού τό ἀνάβεις καί τό πετᾶς στό δάσος καὶ καταστρέφεται. Ἀπό μία λέξη μπορεῖ νά γίνει μεγάλο κακό. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ξέρει πολύ καλά τί μπορεῖ νά προκαλέσει ἡ γλῶσσα τῶν ἄπιστων καί αἱρετικῶν ἀνθρώπων. Ὅπου πήγαινε, φώτιζε τούς ἀνθρώπους καί τούς ὁδηγοῦσε στό δρόμο τῆς Ἀλήθειας. Ἐκεῖ πήγαινε καί ὁ σατανᾶς μέ τή γλῶσσα τῶν ὀργάνων του, τῶν αἱρετικῶν, καί προσπαθοῦσε νά καταστρέψει ὅ,τι μέ τόσους κόπους πετύχαινε ὁ Παῦλος. Καί τί περίεργο πράγμα! Ὁ περισσότερος κόσμος ἔδινε μεγαλύτερη προσοχή σέ ὅ,τι ἔλεγαν τά ὄργανα τοῦ σατανᾶ ἀπ’ ὅ,τι ἔδιναν στά λόγια τοῦ Ἀποστόλου. Αὐτοί οἱ αἱρετικοί τά μικρά καί ἀσήμαντα τά ἔκαναν μεγάλα καί τά μεγάλα καί σπουδαῖα τά παρουσίαζαν ὡς ἀσήμαντα. Τό σκοτάδι τό ἔλεγαν φῶς καί τό φῶς σκοτάδι. Μά καί σήμερα, πόσοι χριστιανοί δίνουν μεγαλύτερη ἀξία στό κεράκι πού ἀνάβουν ἀπ’ ὅ,τι στό μυστήριο τῆς μετανοίας. Καί πόσοι μέ τή συμπεριφορά τους βάζουν πάνω ἀπό τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας τόν ἁγιασμό.
Τέτοιοι αἱρετικοί σήμερα εἶναι καί οἱ μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ, οἱ χιλιαστές, οἱ ὁποῖοι πηγαίνουν ἀπό σπίτι σέ σπίτι καί προσπαθοῦν νά στηρίξουν τά παραμύθια τους πάνω σέ χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τά ὁποῖα περερμηνεύουν καί διαστρεβλώνουν. Ποιά πρέπει νά εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντί τους; Νά μήν ἀνοίγουμε συζητήσεις μαζί τους, νά εἰδοποιοῦμε τόν ἱερέα τῆς ἐνορίας μας. Ἐσύ, χριστιανέ, φεῦγε μακριά ἀπό τούς αἱρετικούς ὅπως φεύγεις ἀπό τά φαρμακερά φίδια. Μόνο νά ποσευχόμαστε στόν Τριαδικό Θεό μας νά τούς φωτίσει γιά νά ξεφύγουν ἀπό τήν πλάνη τους καί νά ὁδηγηθοῦν στήν Ἀλήθεια. Ἀμήν.    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 11 Ιουλίου 2015

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Ἀριθμὸς 28
12 Ἰουλίου 2015
Κυριακή ΣΤ΄ Ἐπιστολῶν
(Ρωμ. ιβ΄, 6-14)
«Ἔχοντες χαρίσματα κατὰ τὴν χάριν τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν διάφορα»
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ἀδελφοί μου, μιλάει γιά χάρη καί χαρίσματα καί λέγει: «Ἔχοντες δέ διάφορες ἱκανότητες ἀνάλογα μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού μᾶς δόθηκε, ἄς ἀρκούμαστε σ’ αὐτές καί ἄς μή ζητοῦμε ἐγωιστικά ἐκεῖνα πού δέν μᾶς ἔδωσε τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τί σημαίνει Χάρις; Χάρις εἶναι δωρεά, δῶρο στὸν ἄνθρωπο ἀπό τό Θεό. Καί χαρίσματα εἶναι οἱ ἱκανότητες πού ἔχουν οἱ ἄνθρωποι.
Κάποτε, λέγει μία ρωσική ἱστορία, ἕνας τσάρος ἐπισκέφθηκε ἕνα στρατώνα σέ ὥρα ἀνάπαυσης. Δίπλα σέ κάποιον στρατιώτη πού εἶχε ἀποκοιμηθεῖ εἶδε ἕνα σημείωμά του μέ λογαριασμούς. «Χρωστᾶμε στό σπίτι τόσα ρούβλια, στό μανάβη τόσα ρούβλια, ἐκεῖ τόσα…, σύνολο τόσες χιλιάδες. Ποιός θά ἐξοφλήσει τό χρέος μας αὐτό»; Τό εἶδε ὁ τσάρος συγκινήθηκε καί γράφει ἀπό κάτω: «Τό ἐξοφλεῖ ὁ τσάρος». Ὅταν ξύπνησε ὁ στρατιώτης καί εἶδε τήν ὑπογραφή τοῦ τσάρου ἔκλαψε. Ἄν λοιπόν ἔτσι αἰσθάνθηκε ὁ στρατιώτης, τί εὐγνωμοσύνη πρέπει νά ‘χουμε ἐμεῖς στό Χριστό μας ποὺ πάνω στό Γολγοθᾶ ἐξόφλησε τό χρέος τῶν ἁμαρτιῶν μας μέ τό τίμιο αἷμά Του;
Ἀπό τήν ὥρα πού ἐρχόμαστε στόν κόσμο μέχρις ὅτου κλείσουμε τά μάτια, κολυμποῦμε σ’ ἕνα πέλαγος ὑλικῶν καί πνευματικῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ. Ἡ μεγαλύτερη ὅμως δωρεά Του εἶναι ἡ ἄφεσις τῶν ἁμαρτιῶν πού μᾶς χαρίζεται στό μυστήριο τῆς μετάνοιας. Ὅπως δέν μποροῦμε νά ζήσουμε χωρίς ἀέρα, ἔτσι δέν μποροῦμε νά ζήσουμε χωρίς τή Χάρη. «Τῇ χάριτί ἐστε σεσωσμένοι», γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Ἐφ. 2,8).
Εἴπαμε πώς χαρίσματα εἶναι οἱ ἱκανότητες πού ἔχουν οἱ ἄνθρωποι. Ὑπάρχουν χαρίσματα σωματικά, διανοητικά καί πνευματικά. Ἕνας ἔχει ψηλό ἀνάστημα, ὄμορφη κορμοστασιά καί τόν θαυμάζουν. Ἡ ἄλλη ἔχει ὡραῖο πρόσωπο. Ἡ ὀμορφιά εἶναι χάρισμα. Ὁ ἄλλος εἶναι δυνατός. Μπορεῖ νά σηκώσει ἕνα βάρος πού σηκώνουν τρεῖς ἄνθρωποι μαζί. Ἡ σωματική δύναμη εἶναι χάρισμα. Ἡ ἄλλη εἶναι γρήγορη στό τρέξιμο. Ἕνας μαθητής ἀκούει τί λέγει ὁ δάσκαλος καί τά τυπώνει στό μυαλό του. Ἔχει τό χάρισμα τῆς μνήμης. Ἄλλος παίρνει καί ζωγραφίζει ἕνα τοπίο καί νομίζεις πώς τά πουλιά πετοῦν. Ἔχει τό χάρισμα τῆς ζωγραφικῆς. Ὁ ἄλλος εἶναι ἐξαίρετος μουσικός, ποὺ μαγεύει τό κοινό πού τόν ἀκούει. 
Τό νά μήν ἔχουν οἱ ἄνθρωποι τίς ἴδιες ἀλλά διαφορετικές ἱκανότητες εἶναι ἕνα μυστήριο πού ἐξυπηρετεῖ τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τό βλέπει ἕνας πατέρας πού ἔχει πολλά παιδιά. Ἐνῶ ἔζησαν ὅλα κάτω ἀπό τήν ἴδια στέγη, εἶχαν τήν ἴδια ἀνατροφή, ἐν τούτοις τό καθένα ἔχει τή δική του κλίση, τό δικό του χάρισμα. Τό ἕνα θέλει νά γίνει γεωργός, τό ἄλλο μηχανικός, τό ἄλλο καπετάνιος, τό ἄλλο γιατρός. Στήν ποικιλία αὐτή τῶν χαρισμάτων βλέπουμε τό χέρι τοῦ Θεοῦ, πού μέ σοφία καί ἀγάπη μοιράζει στούς ἀνθρώπους ὅ,τι χρειάζονται, ὄχι ἁπλῶς γιά νά ζήσουν, ἀλλά γιά νά δημιουργήσουν ἕνα σύνδεσμο, μία κοινωνία, μέσα στήν ὁποία ὁ καθένας νά αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη τοῦ ἄλλου.
Ἀλλά πιό πολύ ἀπό τά σωματικά καί τά διανοητικά χαρίσματα πού ἀναφέραμε, θαυμάζει κανείς τή σοφία τοῦ Θεοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία Του στά πνευματικά χαρίσματα τῶν πιστῶν. Ἕνας χριστιανός ἔχει τό χάρισμα νά πονάει καί νά συμπαραστέκεται τούς ἄλλους. Ἀπελπισμένοι ἄνθρωποι πῆραν κουράγιο καί ἄρχισαν νά ζοῦν μέ καινούργιες ἐλπίδες ὅταν ἄκουσαν τά παρηγορητικά λόγια κάποιου χριστιανοῦ. Τό νά ἀνοίγει κάποιος τό πορτοφόλι του καί νά δίνει ἐλεημοσύνη σ’ αὐτούς πού δέν ἔχουν καί ὑποφέρουν εἶναι χάρισμα. Τό νά γονατίζει κάποιος στό ἀπομονωμένο δωμάτιο τοῦ σπιτιοῦ του καί νά προσεύχεται γιά κάποιον συνάνθρωπό του εἶναι χάρισμα. Τό νά διακονεῖ κάποιος στήν ἐκκλησία χωρίς νά ἀμοίβεται εἶναι χάρισμα. Ὑπάρχουν καί κάποια ἔκτακτα χαρίσματα ὅπως τό νά προφητεύει κάποιος τί θά γίνει ὕστερα ἀπό 100 ἤ 200 χρόνια, ὅπως ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός.
Τά χαρίσματα δίνονται σέ ἀνθρώπους πού πιστεύουν καί ζοῦν σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο. Δίνονται δέ κατά τήν ἀναλογία τῆς πίστεως. Πηγαίνουν κάποιοι νά πάρουν νερό ἀπό μία πηγή. Ὁ ἕνας ἔχει ἕνα κανάτι, ὁ ἄλλος μία μεγάλη στάμνα, ὁ τρίτος γεμίζει ἕνα βαρέλι. Ἀνάλογο μέ τό δοχεῖο εἶναι καί τό νερό πού παίρνει. Δοχεῖο κατάλληλο λοιπόν στήν Ἐκκλησία εἶναι ἡ πίστη. Μικρή πίστη ἔχεις; Μικρό χάρισμα θά πάρεις. Μεγάλη πίστη ἔχεις; Μεγάλο χάρισμα θά πάρεις.
Ὁ Θεός, ἀδελφοί μου, μᾶς δίνει τά χαρίσματα γιά νά ἐργαστοῦμε πάνω σ’ αὐτά καί νά τά πολλαπλασιάσουμε γιά τή δόξα τοῦ Θεοῦ. Ὅ,τι ἔχουμε δέν εἶναι δικό μας, εἶναι τοῦ Θεοῦ. Δικές μας εἶναι μόνο οἱ ἁμαρτίες μας. Εἴμαστε διαχειριστές τῆς Χάρης τοῦ Θεοῦ καί μακάρι, ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα νά δώσουμε λογαριασμό, αὐτός νά εἶναι θετικός γιά νά μποῦμε στόν Παράδεισο. Ἀμήν.    Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου

Σάββατο 4 Ιουλίου 2015

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Ἀ­ριθ­μὸς 27
Κυριακή 5 Ἰουλίου 2015
Τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου τοῦ ἐν Ἄθῳ
(Γαλ. ε’ 22-στ’ 2)
«Οἱ δὲ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις».
Οἱ ἀληθινοί μαθητές τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἀληθινοί χριστιανοί, ἔχουν σταυρώσει καί νεκρώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο μαζί μέ τά πάθη καί τίς ἁμαρτωλές ἐπιθυμίες του μᾶς λέγει, ἀδελφοί μου, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τί ἐννοεῖ μέ αὐτά τά λόγια;
Ὁ κάθε ἄνθρωπος ἀπό τήν κοιλία τῆς μάνας του φέρει τό προπατορικό ἁμάρτημα. Τήν παρακοή δηλαδή τοῦ Ἀδάμ στήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Αὐτό δημιουργεῖ μία ροπή πρός τήν ἁμαρτία. Ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται ἑκούσια ἤ ἀκούσια πρός τό κακό. Καί ἐνῶ ἡ φωνή τῆς συνείδησης τοῦ φωνάζει καί τόν ἐλέγχει, ἡ ἁμαρτία τόν τραβάει καί τόν ὑποδουλώνει. Ἔρχονται στιγμές πού στενοχωριέται, ὑποφέρει καί ἀναστενάζει, ἐπειδή συνειδητοποιεῖ πώς εἶναι δοῦλος τοῦ κακοῦ πού ἔχει ριζώσει στήν καρδιά του. Γράφει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ταλαίπωρος ἐγὼ ἄνθρωπος! τίς με ρύσεται ἐκ τοῦ σώματος τοῦ θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7,24). Μία ἀπό τίς φρικτότερες τιμωρίες στά παλιά χρόνια ἦταν καί αὐτή: Ἔδεναν σφιχτά ἕνα ζωντανό ἄνθρωπο μαζί μέ ἕναν νεκρό καί τόν ἄφηναν νά πεθάνει. Ἔτσι αἰσθάνεται καί ὁ ἄνθρωπος τήν ἁμαρτία, σάν ἕνα ξένο σῶμα, μολυσμένο καί νεκρό, πού ἔχει δεθεῖ στήν ὕπαρξή του καί συνεχῶς τόν μολύνει, καί σιγά σιγά τόν ὁδηγεῖ στή φθορά καί στό θάνατο. Ἀβίαστα μπαίνει τό ἐρώτημα: Ποιός θά γλιτώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν ἀνυπόφορη αὐτή κατάσταση;
Εἶναι γεγονός ὅτι στά πρό Χριστοῦ χρόνια εἶναι σπάνια τά παραδείγματα ἀνθρώπων πού κατάφεραν νά ἀντισταθοῦν κάπως στήν ἁμαρτία. Τό κακό κυριαρχοῦσε, εἶχε ρίξει βαθιές ρίζες στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ἀλλά ἄς δοξάζουμε τό Θεό πού μᾶς ἀγαπᾶ καί ἔστειλε τό μονογενῆ Του Υἱό στόν κόσμο, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, καί μέ τή διδασκαλία Του, τά θαύματά Του καί προπάντων μέ τό τίμιο Αἷμά Του, μέ τήν σταυρική Του θυσία, λύτρωσε τόν ἄνθρωπο. Ἀπό τότε ὁ ἄνθρωπος πού πιστεύει στό Χριστό, μπορεῖ νά πολεμήσει τά πάθη, νά νεκρώσει τόν παλαιό ἄνθρωπο καί νά φθάσει σέ ὕψη ἀρετῆς. Ἐκεῖ πού ἔφτασε καί ὁ σήμερα ἑορταζόμενος Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Ἀθωνίτης, τοῦ ὁποίου ὁ τάφος στή Μονή τῆς Μεγίστης Λαύρας μυροβλύζει.
Γιά νά καταλάβουμε τί σημαίνει νέκρωση τῶν παθῶν, φανταστεῖτε ἕνα ἄψυχο, νεκρό σῶμα. Ἄν φέρουμε καί στρώσουμε δίπλα του ἕνα τραπέζι μέ τά πιό ἐκλεκτά φαγητά, δέν πρόκειται νά τ’ ἀγγίξει, εἶναι νεκρός. Ἄν φέρουμε σωρούς ἀπό χρυςᾶ νομίσματα καί κοσμήματα καί διαμάντια, δέν πρόκειται νά ἁπλώσει τό χέρι του νά τά πάρει, εἶναι νεκρός. Ἔτσι μοιάζουν οἱ καλοί χριστιανοί πού πιστεύουν μέ τήν καρδιά τους στό Χριστό καὶ ζοῦν σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο. Εἶναι νεκροί γιά τήν ἁμαρτία. Ἡ ἀγάπη τους γιά τό Χριστό τούς ἔκανε νά ὑποτάξουν τό θέλημά τους στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἀντιστάθηκαν στούς πειρασμούς καί ἔκαναν τό διάβολο νά φύγει ἀπό κοντά τους. Μέ ὅπλα τή νηστεία καί τήν προσευχή ἡ δύναμη τῶν δαιμόνων ἐκμηδενίζεται.
Μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἄνδρες καί γυναῖκες, νέοι καί γέροι καί αὐτοῦ ἀκόμα τοῦ αἰώνα πού ζοῦμε, πού εἶναι ἀπό τούς πιό ἁμαρτωλούς, ὄχι μόνο στήν ἔρημο καί στά μοναστηρια ἀλλά καί στίς διεφθαρμένες μεγαλουπόλεις, ἔχουν νεκρώσει τά πάθη τους καί παρουσιάζονται ὡς ἄριστα παραδείγματα ἀρετῆς. Μπορεῖ νά πάει κάποιος στά ἀσκητήρια ὅπου οἱ πειρασμοί εἶναι ἀσφαλῶς λιγότεροι καί ὅμως νά νικηθεῖ κατά κράτος ἄν δέν προσέξει. Καί μπορεῖ νά ζήσει κάποιος μέσα στίς σύγχρονες μεγαλουπόλεις καί νά ἁγιάσει, καταφέρνοντας νά νεκρώσει τήν ἁμαρτία.
Ὅσες φορές μᾶς πειράζει ὁ σατανᾶς, ἄς θυμόμαστε τόν Ἀπόστολο Παῦλο πού πολέμησε τά πάθη καί νίκησε καί μποροῦσε νά λέγει: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός·» (Γαλ. 2,20). Ἔγινα κοινωνός τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ καί εἶμαι πεθαμένος, δέν ζῶ πλέον ἐγώ ὁ παλαιός δηλαδή ἄνθρωπος, ἀλλά ζεῖ μέσα μου ὁ Χριστός.
Καί ἄν ὡς ἄνθρωποι ἁμαρτήσουμε, ἀδελφοί μου, νά μήν ἀπελπιστοῦμε, ἀλλά νά μετανοήσουμε καί νά ζητήσουμε τή συγχώρηση τοῦ Θεοῦ στό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης. Γράφει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «Καί μυριάκις ἄν πέσουμε, πάλι νά σηκωθοῦμε καί νά βαδίσουμε τό δρόμο τῆς ἀρετῆς φέροντας στόν ὦμο τό Σταυρό τοῦ Κυρίου». Ἀμήν.      Πηγή: Ιερά Μητρόπολη Χίου